Το ούζο το γνωρίσαμε και το αγαπήσαμε κυρίως χάρη στους μικρασιάτες πρόσφυγες αποσταγματοποιούς.
Ιδιαίτερες πατρίδες του θεωρούνται η Λέσβος και η Χίος, αλλά μακρόχρονη παράδοση έχει και η Βόρεια Ελλάδα.
Από το 1989, το ούζο αποτελεί αναγνωρισμένο εθνικό προϊόν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ονομασία «ούζο», δηλαδή, δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για άλλα ευρωπαϊκά ποτά.
Τι μπαίνει στο καζάνι;
Αν και υπάρχουν πολλές «συνταγές» -εξού και τα ούζα με διαφορετικό άρωμα και γεύση-, τα βασικά συστατικά για την παρασκευή ούζου είναι δύο:
η αλκοόλη και οι αρωματικοί σπόροι.
Η πρώτη ύλη: Καθαρή αλκοόλη (96% vol) γεωργικής προέλευσης (π.χ. από την απόσταξη σιτηρών, σταφίδας και κυρίως μελάσας).
Η απόσταξη: Η αλκοόλη αποστάζεται ξανά, μαζί με αρωματικούς σπόρους που προστίθενται στον άμβυκα (καζάνι απόσταξης). Στους σπόρους περιλαμβάνονται απαραιτήτως το γλυκάνισο, αλλά και ο αστεροειδής άνισος, ο μάραθος, η μαστίχα Χίου, το κόλιαντρο και το κάρδαμο. Επίσης, ανάλογα με τη «συνταγή», προστίθενται και άλλα βότανα, όπως η κανέλα, η μέντα, το τζίντζερ, η ρίζα αγγελικής, το γαρίφαλο, το φλαμούρι, αλλά ακόμη και φλούδες από πορτοκάλι, νεράντζι, μανταρίνι ή λεμόνι!
Το τελικό απόσταγμα μπορεί να αραιωθεί με νερό, έως ότου φτάσει τους 38-42% αλκοολικούς βαθμούς.
Ούζο και στον καφέ;
Παλαιότερα, οι... μερακλήδες, κυρίως στην επαρχία, συνήθιζαν να πίνουν εναλλάξ λίγες γουλιές ελληνικού καφέ και λίγες γουλιές από το ποτήρι του ούζου που είχαν πλάι στο φλιτζάνι του καφέ. Σήμερα, οι πιο μοντέρνες εκδοχές προτείνουν λίγες σταγόνες ούζου απευθείας στον καφέ, είτε είναι ελληνικός είτε εσπρέσο είτε φραπέ.
Με πάγο ή χωρίς;
Με πάγο και λίγο κρύο νερό σε ψηλόλιγνο ποτήρι, αν και υπάρχουν ορισμένοι που το προτιμούν σκέτο (ανέρωτο). Το χαρακτηριστικό άσπρισμα του ούζου μετά την προσθήκη νερού οφείλεται στο γλυκάνισο που περιέχει.
Πριν ή μετά το φαγητό;
Το ούζο είναι απεριτίφ, δηλαδή πίνεται πριν από το φαγητό για να «ανοίξει» την όρεξη. Η ανηθόλη -το αιθέριο έλαιο του γλυκάνισου- θεωρείται ότι έχει «ορεξιογόνο» δράση.
Με τι μεζέ;
Το ούζο είναι γλυκόπιοτο, αλλά και δυνατό. Του ταιριάζουν οι αλμυρές, πικάντικες και υπόξινες γεύσεις, αν και η επιλογή του μεζέ εξαρτάται από τα γούστα κάθε πότη, καθώς και από τη «γεωγραφία» του εκάστοτε τόπου.
Στα παραθαλάσσια μέρη, κυριαρχούν τα ψαράκια και τα θαλασσινά, όπως ξιδάτος ή τηγανητός γαύρος, τσίρος, σαρδέλες κλπ., ενώ στις ορεινές περιοχές οι μεζέδες είναι πιο «βαρείς», όπως τουρσί, λουκάνικα, πικάντικα τυριά κλπ.
Πάντως, ο πιο κλασικός ουζομεζές είναι οι ελιές, με μια φέτα ψωμί, ένα κομμάτι τυρί, μια ντομάτα κομμένη στα τέσσερα και μια φέτα αγγούρι.
Αν και δεν υπάρχουν επιστημονικές μελέτες για τη δράση των λευκών αποσταγμάτων, ωστόσο οι ειδικοί εκτιμούν ότι σε μικρές δόσεις (1-2 ποτηράκια) το ούζο παρέχει οφέλη στην υγεία.
Το ούζο «ανοίγει» την όρεξη χάρη στην ανηθόλη, το αιθέριο έλαιο του γλυκάνισου, που περιέχει.
Το γλυκάνισο, που δίνει τη χαρακτηριστική γεύση στο ούζο, θεωρείται ότι βοηθά στην απορρόφηση του σιδήρου των τροφών.
Επίσης, κατευνάζει τις συσπάσεις του εντέρου, ενώ έχει και ήπια αντιπαρασιτική δράση στο έντερο. Επιπλέον, το ούζο προκαλεί αγγειοδιαστολή και μειώνει την αρτηριακή πίεση.
Ιδιαίτερες πατρίδες του θεωρούνται η Λέσβος και η Χίος, αλλά μακρόχρονη παράδοση έχει και η Βόρεια Ελλάδα.
Ούζο Kaitatzis - Εμπόριο ποτών ...με την εμπειρία και τη γνώση της απόσταξης |
Τι μπαίνει στο καζάνι;
Αν και υπάρχουν πολλές «συνταγές» -εξού και τα ούζα με διαφορετικό άρωμα και γεύση-, τα βασικά συστατικά για την παρασκευή ούζου είναι δύο:
η αλκοόλη και οι αρωματικοί σπόροι.
Η πρώτη ύλη: Καθαρή αλκοόλη (96% vol) γεωργικής προέλευσης (π.χ. από την απόσταξη σιτηρών, σταφίδας και κυρίως μελάσας).
Η απόσταξη: Η αλκοόλη αποστάζεται ξανά, μαζί με αρωματικούς σπόρους που προστίθενται στον άμβυκα (καζάνι απόσταξης). Στους σπόρους περιλαμβάνονται απαραιτήτως το γλυκάνισο, αλλά και ο αστεροειδής άνισος, ο μάραθος, η μαστίχα Χίου, το κόλιαντρο και το κάρδαμο. Επίσης, ανάλογα με τη «συνταγή», προστίθενται και άλλα βότανα, όπως η κανέλα, η μέντα, το τζίντζερ, η ρίζα αγγελικής, το γαρίφαλο, το φλαμούρι, αλλά ακόμη και φλούδες από πορτοκάλι, νεράντζι, μανταρίνι ή λεμόνι!
Το τελικό απόσταγμα μπορεί να αραιωθεί με νερό, έως ότου φτάσει τους 38-42% αλκοολικούς βαθμούς.
Ούζο και στον καφέ;
Παλαιότερα, οι... μερακλήδες, κυρίως στην επαρχία, συνήθιζαν να πίνουν εναλλάξ λίγες γουλιές ελληνικού καφέ και λίγες γουλιές από το ποτήρι του ούζου που είχαν πλάι στο φλιτζάνι του καφέ. Σήμερα, οι πιο μοντέρνες εκδοχές προτείνουν λίγες σταγόνες ούζου απευθείας στον καφέ, είτε είναι ελληνικός είτε εσπρέσο είτε φραπέ.
Με πάγο ή χωρίς;
Με πάγο και λίγο κρύο νερό σε ψηλόλιγνο ποτήρι, αν και υπάρχουν ορισμένοι που το προτιμούν σκέτο (ανέρωτο). Το χαρακτηριστικό άσπρισμα του ούζου μετά την προσθήκη νερού οφείλεται στο γλυκάνισο που περιέχει.
Πριν ή μετά το φαγητό;
Το ούζο είναι απεριτίφ, δηλαδή πίνεται πριν από το φαγητό για να «ανοίξει» την όρεξη. Η ανηθόλη -το αιθέριο έλαιο του γλυκάνισου- θεωρείται ότι έχει «ορεξιογόνο» δράση.
Με τι μεζέ;
Το ούζο είναι γλυκόπιοτο, αλλά και δυνατό. Του ταιριάζουν οι αλμυρές, πικάντικες και υπόξινες γεύσεις, αν και η επιλογή του μεζέ εξαρτάται από τα γούστα κάθε πότη, καθώς και από τη «γεωγραφία» του εκάστοτε τόπου.
Στα παραθαλάσσια μέρη, κυριαρχούν τα ψαράκια και τα θαλασσινά, όπως ξιδάτος ή τηγανητός γαύρος, τσίρος, σαρδέλες κλπ., ενώ στις ορεινές περιοχές οι μεζέδες είναι πιο «βαρείς», όπως τουρσί, λουκάνικα, πικάντικα τυριά κλπ.
Πάντως, ο πιο κλασικός ουζομεζές είναι οι ελιές, με μια φέτα ψωμί, ένα κομμάτι τυρί, μια ντομάτα κομμένη στα τέσσερα και μια φέτα αγγούρι.
Αν και δεν υπάρχουν επιστημονικές μελέτες για τη δράση των λευκών αποσταγμάτων, ωστόσο οι ειδικοί εκτιμούν ότι σε μικρές δόσεις (1-2 ποτηράκια) το ούζο παρέχει οφέλη στην υγεία.
Το ούζο «ανοίγει» την όρεξη χάρη στην ανηθόλη, το αιθέριο έλαιο του γλυκάνισου, που περιέχει.
Το γλυκάνισο, που δίνει τη χαρακτηριστική γεύση στο ούζο, θεωρείται ότι βοηθά στην απορρόφηση του σιδήρου των τροφών.
Επίσης, κατευνάζει τις συσπάσεις του εντέρου, ενώ έχει και ήπια αντιπαρασιτική δράση στο έντερο. Επιπλέον, το ούζο προκαλεί αγγειοδιαστολή και μειώνει την αρτηριακή πίεση.